Sunday, January 31, 2010

ανάλυση & σύνθεση στο δράμα

Έβλεπα μια ιρανική ταινία («About Elly») που έδειχνε μια παρέα τριών οικογενειών να πηγαίνει εκδρομή και μετά από ένα τραγικό γεγονός, (την εξαφάνιση της Έλλης), να γίνονται μαλλιά κουβάρια κατηγορώντας ο ένας τον άλλον για κρυμμένα «μυστικά και ψέματα» (άλλη ταινία κι αυτή). Τότε, ήταν η πρώτη φορά που είδα με σαφήνεια τη διαφορά ανάλυσης και σύνθεσης, και τι εισάγει η κάθε μια στη δραματουργία, (και στη ζωή).

Στη συγκεκριμένη ταινία η διαφορά των δύο καταστάσεων, της σύνθεσης και της ανάλυσης, ήταν πολύ εμφανής, με τη συνθετική κατάσταση να παρουσιάζεται εντελώς σχηματικά. Η ταινία ήταν χωρισμένη σε δύο μέρη. Στο πρώτο, η παρέα είναι μια χαρά και οδηγείται στη «σύνθεση» της εκδρομής της σαχλαμαρίζοντας. Στο δεύτερο, η παρέα αποδομείται αναγκασμένη να περάσει στην ανάλυση, λόγω της εξαφάνισης της καλεσμένης στην παρέα Έλλης, που τους κάνει να «ψάχνονται».

Η αναλυτική φάση παρουσιαζόταν με ιδιαίτερη εμβρίθεια και με όλη τη σοβαρότητα της αποκάλυψης της αλήθειας, ενώ η συνθετική είχε το σχήμα της επιφανειακότητας, λες και το μόνο έχει βάθος στη ζωή (και στο δράμα) είναι να ξεκοιλιαζόμαστε για να βγάλουμε τα άπλυτά μας στη φόρα. Έκτοτε, παρατήρησα το ίδιο μοτίβο να επαναλαμβάνεται σε πολλά έργα, (με πρόσφατο το θεατρικό «Πάκμαν» που είδα χθες - κατά τα άλλα εξαιρετικό), τα οποία φέρουν τη σφραγίδα του ποιοτικού, και ενίοτε του σοβαρού.

Το μοτίβο είναι να παρουσιάζεται μια κατάσταση όπως είναι συντεθειμένη στην καθημερινότητα και μετά να γίνεται κουρέλια, για να βγει στη φόρα η κρυμμένη της αλήθεια. Εκεί το έργο σταματάει, πέφτει η αυλαία και το ακροατήριο χειροκροτεί.

Πρόκειται προφανώς για μια πρώτη ανάγνωση της αλήθειας, γιατί αν μείνουμε σε αυτήν, τότε δεν μας σώζει τίποτε. Η ζωή σώζεται από συνθέσεις που ξεπερνούν κάθε ανάλυση, από δημιουργίες που αγνοούν κάθε κριτική, και από έρωτες που παραβλέπουν ατέλειες.

Sunday, January 24, 2010

διαπροσωπικές υπερεντάσεις

Δεν ξέρω αν έχουν λυθεί τα «μεγάλα θέματα» που απασχολούν τον άνθρωπο ή αν είναι τόσο μεγάλα πια, που έχουμε παραιτηθεί από αυτά, πάντως, στις συζητήσεις σήμερα κυριαρχεί το ιδιωτικό, με το δημόσιο να έχει εκχωρηθεί στα τηλεπαράθυρα και στους ειδικούς.

Το μεγαλύτερο μέρος των συζητήσεων που ακούω, όταν δεν αφορά πρακτικές διευθετήσεις (τι θα φάμε σήμερα, ποιος θα πάει στη λαϊκή και πότε θα βάψουμε τα κάγκελα), έχει να κάνει με το σχολιασμό του άμεσου περίγυρού μας (γιατί ο τάδε έκανε αυτό, γιατί ο δείνα είπε τούτο και γιατί εγώ τα μπέρδεψα), λες και ο ευρύτερος κατευθύνεται από έναν αυτόματο πιλότο, για τον οποίο δεν μας πέφτει λόγος.

Καμιά φορά λέω, ναι, καλύτερα να ακούω σχόλια πάνω σε κάτι άμεσο και απτό, παρά μεγαλοστομίες ημιμαθών που αραδιάζουν τσιτάτα ιδεολογικοποιώντας το παραμικρό, όπως συνέβαινε μεταπολιτευτικά. Ως πότε, όμως, θα πρέπει να πληρώνουμε την υπερβολή του μεγάλου με την υπερβολή του μικρού;

Δεν υποτιμώ το μικρό, ούτε ενίσταμαι για την προσωπική βάση των συζητήσεων. Αντίθετα, πιστεύω ότι πρέπει να μιλάμε «επί προσωπικού» ακόμη και για τα μεγαλύτερα θέματα, συνδέοντας το γενικό με αυτό που μας συμβαίνει προσωπικά.

Η αποσύνδεση είναι το πρόβλημα. Η αποσύνδεση του μικρού από το μεγάλο, και του μεγάλου από το μικρό. Αυτή προκαλεί την υπερφόρτιση του ιδιωτικού σήμερα και οδηγεί σε διαπροσωπικές υπερεντάσεις, που δύσκολα λύνονται αποσυνδεδεμένες από την αναφορά μας σε Αυτό, στο Γενικό όλων, μικρών και μεγάλων.

Saturday, January 16, 2010

άνθρωποι και βελανίδια

Το γεγονός ότι το σπέρμα έχει εκατομμύρια σπερματοζωάρια και ότι από τα υπερ-τρισεκατομμύρια που εκσπερματώνονται στη ζωή ενός μέσου άνδρα, άντε 2-3 να πιάσουν τόπο, μου ήταν γνωστό, αλλά έπρεπε να φάω ένα βελανίδι στο κεφάλι για να σκεφτώ τη σχέση αυτού του γεγονότος με ό,τι κάνω στη ζωή μου (εκτός να εκσπερματώνω).

Είχαμε πάει στο δάσος Gruenewald μια βόλτα με τη Ματίλντα την εποχή που οι βελανιδιές ρίχνουν τα βελανίδια τους, κι αφού έφαγα ένα στο κεφάλι, έσκυψα και είδα το έδαφος στρωμένο με τα σπέρματα του δέντρου που προσπαθούσαν να ριζώσουν στη μήτρα της γης. Οι πιθανότητες που είχε το καθένα ήταν απειροελάχιστες, όπως και οι πιθανότητες της βελανιδιάς να γεννήσει το βελανιδάκι της. Όμως αυτή σκόρπαγε αφειδώς στη γη τους καρπούς της, που έναν ολόκληρο χρόνο τους ετοίμαζε με υπομονή.

Η γενναιόδωρη εκπομπή σημάτων της βελανιδιάς στον πιθανό φορέα διάδοσης της «βελανιδοσύνης» της, (στην εύφορη γη), εγγράφηκε μέσα μου σαν κανόνας της φύσης, τον οποίο ασυνείδητα όλοι ακολουθούμε και στον οποίον ενσυνείδητα πλέον ανατρέχω όταν τα πράγματα δεν είναι εύκολα για τη διάδοση της «Στρατος-ύνης» μου.

Όλοι εκπέμπουμε σήματα στο άγνωστο με την ευχή να παραληφθούν από κάποιους και να γονιμοποιηθούν με την αποδοχή τους. Ανεξάρτητα αν τα σήματα αυτά είναι ερωτικής, δημιουργικής, επαγγελματικής ή άλλης φύσης, σηματοδοτούν την ανάγκη μεταφοράς στον άλλον της επεξεργασμένης πληροφορίας της ύπαρξης του καθενός μας,(ο καθένας και το βελανίδι του).

Το έδαφος μπορεί να μην είναι πάντα εύφορο και οι πιθανοί παραλήπτες μας να απουσιάζουν ή να έχουν αλλάξει διεύθυνση, αλλά εμείς δεν μπορούμε παρά να εκπέμπουμε.Να βγαίνουμε έξω, να φλερτάρουμε, να υποβάλουμε αιτήσεις, να κάνουμε προτάσεις, να πηγαίνουμε στις οντισιόν, να ξεκινάμε ταινίες και να γράφουμε χωρίς να ξέρουμε αν θα διαβαστούμε ή αν θα γίνουμε αποδεχτοί.

Sunday, January 10, 2010

ο μικρός, δικός μας κόσμος

Το τρένο (Regional Βahn) για το αεροδρόμιο είχε καθυστέρηση και πηγαινοερχόμουν στην αποβάθρα του σταθμού (Alexander Platz), ανάμεσα στον κόσμο που περίμενε. Δεν είχα τι να κάνω, ποιόν να πάρω τηλέφωνο ή κάτι να διαβάσω, εκείνη την ώρα. Μέσα σε αυτό το «κενό δράσης» παρατήρησα τους άλλους γύρω μου και τότε έκανα τη διαπίστωση ότι μού ήταν παντελώς αδιάφοροι.

Εγώ που μιλάω για τον κόσμο και αναφέρομαι στον άνθρωπο γενικά, δεν έδινα δεκάρα για τους ανθρώπους γύρω μου. Αυτοί, αδιάφοροι επίσης για μένα, βρίσκονταν ο καθένας στον δικό του κόσμο. Φαντάζομαι ότι θα σκεφτόταν, όπως και εγώ, τα δικά τους, τους δικούς τους ανθρώπους, αυτούς που άφηναν για να ταξιδέψουν, αυτούς που πήγαιναν να συναντήσουν, τι τους είπε ο τάδε και τι θα κάνουν με τον δείνα.

Δεν ξέρω πόσους ανθρώπους μπορεί να κουβαλάει ο καθένας στις «αποσκευές» του, σαν αυτούς με τους οποίους ασχολείται προσωπικά, αλλά φαντάζομαι ότι δεν θα είναι πολλοί. Μπορεί, μάλιστα, ο εγκέφαλος μας να έχει μια συγκεκριμμένη χωρητικότητα των ατόμων με τους οποίους μπορεί να απασχολεί τη μνήμη του. Ανάλογο βαθμό κορεσμού πρέπει να έχουν και τα συναισθήματά μας, που δεν μπορούν να επενδύονται στον πάσα ένα.

Όλο αυτό μου έδωσε την εικόνα του χωριού ή της φυλής, την εικόνα ενός μικρού κόσμου που μας περιβάλλει, του δικού μας κόσμου, αυτού που κουβαλάμε μαζί μας όπου κι αν πάμε, έστω κι αν είμαστε οι πλέον ταξιδιάρηδες και κοσμοπολίτες της γης ή αν εκφωνούμε λόγο στον ΟΗΕ εν ονόματι της ανθρωπότητας.

Αυτός ο μικρός κόσμος είμαστε εμείς, είμαστε δικοί του και είναι δικός μας, σαν να είμαστε με κάποιο τρόπο ταυτισμένοι μαζί του. Μπορεί η σύνθεσή του να αλλάζει κατά καιρούς, αλλά το γεγονός της ταυτοτικής μας εξάρτησης από έναν τέτοιο κόσμο παραμένει αναλλοίωτο. Αυτό μπορεί να το καταλάβει κάποιος που έχει αλλάξει αρκετά περιβάλλοντα και έχει κάνει μερικές μεταναστεύσεις. Από ένα σημείο και μετά δεν μπορείς να αλλάζεις, αλλά έχεις ανάγκη από κάποιους δικούς σου ανθρώπους, κάποιους με τους οποίους θα ταυτιστείς στον ρου της ιστορίας, κάποιους που θα αγαπήσεις και θα μισήσεις, κάποιους που θα συνεργαστείς ή θα τσακωθείς.

(Η ταυτοτική μας εξάρτηση από τον μικρό, δικό μας κόσμο μπορεί να εξηγήσει και γιατί ένας δραπέτης δεν θα πάει πάρα πολύ μακριά, αλλά θα γυρίσει κάποια στιγμή στους δικούς του ανθρώπους, όπου συνήθως του την έχουν στημένη οι διώκτες του.)

Η διαπίστωσή μου στην αποβάθρα του σταθμού που περίμενα, δεν με έκανε να νιώσω ότι δεν μπορώ να μιλάω για τον άνθρωπο γενικά, αλλά με έκανε να δώσω βάση στον μικρό, δικό μου κόσμο, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τον μικρό κόσμο του καθένα.

Wednesday, January 6, 2010

φιλοσοφία ή θάνατος

Η σχέση μου με τη φιλοσοφία είναι μια σχέση ζωής και θανάτου. Το φάσμα του θανάτου με κάνει να φιλοσοφήσω, για να διακρίνω τι είναι πιο σημαντικό στη ζωή και να το ζήσω μέχρι τέλους.

Το σημαντικό στη ζωή δεν το ψάχνω στα βιβλία, αλλά μέσα στον ίδιο μου τον εαυτό και στα βιώματά μου. Απλά, η σύνδεση που βρίσκω ανάμεσα σε εμένα (και τα βιώματά μου) με το Όλον, στο οποίο όλοι ανήκουμε, με οδηγεί να χρησιμοποιήσω γενικές έννοιες, όπως αυτές των βιβλίων της φιλοσοφίας.

Η σύνδεσή μου με το Όλον με συνδέει και με τον καθένα, έτσι που να θεωρώ τον εαυτό μου μέρος ενός συνόλου και να μην αγωνιώ τόσο πολύ για τον θάνατό μου, αφού έχω αίσθηση της συνέχειας της ύπαρξής μου μέσα από τις υπάρξεις των άλλων.

Η συνέχειά μου με τους άλλους με ωθεί να μοιραστώ μαζί τους τα κατ’εμέ ευρήματα της φιλοσοφικής μου σκέψης, ως ότι πιο σημαντικό έχω να πω. Η ανάγκη του μοιράσματος (ή, αλλιώς, ο φόβος του θανάτου) με έκαναν να γράψω πρόσφατα μια σύνοψη σχετικά με την εξέλιξή μας και να την αναρτήσω στο μπλογκ: Συνόψεις Φιλοσοφίας.

(Αν και είχα κατά νου να μη χρησιμοποιήσω "δύσκολη γλώσσα" στη σύνοψή μου, δεν μπόρεσα να αποφύγω τη χρήση εννοιών που θέλουν μια κάποια προπαίδεια.)